Μια φορά και έναν καιρό…
Posted by vnottas στο 21 Φεβρουαρίου, 2013
Ένας φτωχοδιάβολος στο άνθος της ηλικίας του, αλαφροπόδης και πονηρομάτης, με το στόμα γεμάτο χαρωπά κελαηδήματα, ξεκινούσε για το κυνήγι της πεταλούδας.
Καθώς έφτασε στην άκρη του χωριού είδε μια σταχτοπούτα να γνέθει το κουβάρι της. Της λέει: Γεια σου. Ο θεός να σε έχει καλά. Πάμε να πιάσουμε πεταλούδες;
Η σταχτοπούτα ενθουσιασμένη που θα άφηνε το καλύβι της, βάζει το καινούργιο φουστάνι και τα μποτάκια της, τον πιάνει αγκαζέ και πάνε στα δροσερά λιβάδια να κυνηγήσουν πεταλούδες.
Δεν ήξεραν πως στις σκιές κρυβόταν ο έρωτας με τη βουκέντρα του και ότι διαπερνούσε τις νεανικές καρδιές όσων τις πεταλούδες κυνηγούν…
Κάπως έτσι, εάν θέλουμε να είμαστε (κατά το δυνατό) πιστοί στο αρχικό κείμενο, αρχίζει ¨Το κυνήγι των πεταλούδων¨ (ένα από τα πιο γνωστά τραγουδάκια του Μπρασένς). Αλλά δεν θέλουμε. Προτιμάμε να το προσαρμόσουμε με τρόπο που να ¨χωράει¨ στις νότες του τραγουδοποιού. Με (ομολογημένο) στόχο να μπορούμε να το ψιλο-τραγουδήσουμε στα ελληνικά (στο μπάνιο). Και επειδή Μπρασένς ίσον ρίμα, θα πρέπει να έχει και τις απαραίτητες ομοιοκαταληξίες.
Το βάζουμε λοιπόν στον τόρνο και αρχίζει η επεξεργασία.
Ιδού το αποτέλεσμα:
Κυνηγώντας Πεταλούδες
Σφύριζε γλυκά / καθώς ξεκινούσε,
κάποιος σαν και εμάς, / τον παλιό καιρό,
τάχα πεταλούδες / θα κυνηγούσε,
πόδι αλαφρύ, / μάτι πονηρό.
Μόλις που ‘χε φτάσει / στου χωριού την άκρη,
σαν την είδε να / γνέθει σιωπηλά,
ίδια σταχτοπούτα, / δούλευε τ’ αδράχτι.
Γεια, της λέει, / όμορφη κυρά.
*
Μαζί μου θες να ‘ρθεις; / πάω για πεταλούδες…
Έρχομαι κι εγώ, / εκείνη του απαντά.
Τις μπότες της φορά, / φτιάχνει τις πλεξούδες,
να ‘τοι ξεκινούν / αγκαλιαστά.
*
Δεν ήξερε πως στις / σκιές παραμονεύει,
οπλισμένος ο / έρως στα κρυφά,
νεαρές καρδιές / πάντα σαϊτεύει
κι όποιον πεταλούδες / κυνηγά.
*
Σαν για τα βαθειά / βάζει εκείνος πλώρη,
λέει εκείνη ψι- / θυριστά στο αυτί:
Στο στήθος μου δεν ειν’, / μήτε στο μεσοφόρι,
που οι πεταλούδες / έχουνε κρυφτεί.
*
Φίμωτρο- φιλί / τα χείλη του απιθώνουν
στο στόμα της που να / προσέχει τον καλεί
και όσο οι πεταλού / δες θα επιβιώνουν
τέτοια [ηχηρή] χαρά δε θα / ματακουστεί!
*
Είναι πυρκαγιά, / και στη φλόγα πάνω,
θα ορκιστούνε μ’ ό- / λη τους την ψυχή,
χίλιες φορές ξανά / και ίσως παραπάνω,
για πεταλούδες / να πάνε μαζί.
*
Μα όσο θα αγαπιούνται / κι όσο τη μοίρα
δε θα έχουν λόγο / να κατηγορούν,
στις εξοχές θα ακούν / του έρωτα τη λύρα,
πεταλούδες δεν θα κυνηγούν…
πεταλούδες δεν θα κυνηγούν!
Σε ήχο από τον Brassens
και από την Christine Labail
H προσαρμογή στα ελληνικά που σας έφτιαξα
[εικόνες (και) από το
http://petitemimine.centerblog.net/rub-gifs-papillons-2.html]
La Chasse Aux Papillons:
Un bon petit diable à la fleur de l’âge
La jambe légère et l’oeil polisson
Et la bouche pleine de joyeux ramages
Allait à la chasse aux papillons
Comme il atteignait l’orée du village
Filant sa quenouille, il vit Cendrillon
Il lui dit : «Bonjour, que Dieu te ménage
J’t’emmène à la chasse aux papillons»
Cendrillon ravie de quitter sa cage
Met sa robe neuve et ses botillons
Et bras d’ssus bras d’ssous vers les frais bocages
Ils vont à la chasse aux papillons
Il ne savait pas que sous les ombrages
Se cachait l’amour et son aiguillon
Et qu’il transperçait les coeurs de leur âge
Les coeurs des chasseurs de papillons
Quand il se fit tendre, elle lui dit : «J’présage
Qu’c’est pas dans les plis de mon cotillon
Ni dans l’échancrure de mon corsage
Qu’on va à la chasse aux papillons»
Sur sa bouche en feu qui criait : «Sois sage !»
Il posa sa bouche en guise de bâillon
Et c’fut l’plus charmant des remue-ménage
Qu’on ait vu d’mémoir’ de papillon
Un volcan dans l’âme, ils r’vinrent au village
En se promettant d’aller des millions
Des milliards de fois, et mêm’ davantage
Ensemble à la chasse aux papillons
Mais tant qu’ils s’aim’ront, tant que les nuages
Porteurs de chagrins, les épargneront
Il f’ra bon voler dans les frais bocages
Ils f’ront pas la chasse aux papillons
Σχολιάστε